Tuesday 28 September 2010

Ο Μάικλ Κ.

Την Κυριακή επόνησα πολλά. Ένιωθα πως κάποιος έβαζε και έβγαζε βελονούες, ενίοτε και σπόντες μεγάλες μεσ΄την φτέρνα μου. Τάραξε ποδά, τάραξε ποτζί, πέσε, σήκου, κάτσε, ο πόνος πόνος. Κάμε το ένα κάμε το άλλο, δες μια ταινία - η ταινία ήταν το χειρότερο πράγμα που μπόρεσα να σκεφτώ.

Τελικά κάτι εβρέθηκε να σκοτώσει τον πόνο. Ήταν ο Μάικλ Κ που είχε μείνει με τα δύο του τελευταία κεφάλαια αδιάβαστα. Τον έπιασα στα χέρια μου και οι βελόνες ησύχασαν, αρκετά. Θα μπορούσε να μην μου αρέσει ο Μάικλ Κ γιατί ο Μάικλ Κ. είναι ένας ασήμαντος άνθρωπος. Ένας πολύ ασήμαντος άνθρωπος. 

Βασικά ο Μάικλ Κ. ήταν ένα άνθρωπος που εγεννήθηκε άσχημος τζιαι δεν ήταν τζιαι ξεφτέρι απ΄ότι κατάλαβα. Είχε μια μάνα που αρρώστησε και του πέθανε μεσ΄ τον δρόμο. Εδούλεψε ένα φεγγάρι κηπουρός και γενικά έκαμνε τα βασικά για να επιβιώνει. Έβρισκε φαί να φάει, τόπο να τζοιμηθεί και να προστατεύκεται που την κρυάδα, τζιαι κανένα κουτσοδούλι για να ποσκολιέται.

Όταν ο Μάικλ Κ έκαμνε ΤΟΥΤΑ ΟΥΛΛΑ ΤΑ ΠΡΑΜΑΤΑ η κοινωνία στην οποία ζούσε βρισκόταν σε εμφύλια διαμάχη. Συλλαμβάνεται ο Μάικλ Κ. σε μια φάση γιατί αντί να υπηρετεί σε κανένα στρατόπεδο, φυτεύκει κολοκυθόσπορους σε ένα τοπούι που ήβρε. Συλλαμβάνουν΄τον σαν συνεργό των φυγόστρατων βασικά, τζιαι βάλλουν' τον μέσα. Πιέζουν' τον να μαρτυρήσει, ο τύπος δεν μαρτυρά αφού δεν έχει τίποτε να πει αλλά και τίποτα να εξηγήσει αφού το μόνο που έκαμνε ήταν να φυτεύκει κολοκυθόσπορους και να τρώει κολοκύθες. Επιπλέον όπως λέει τζιαι ο ίδιος στο τέλος, απλά δεν ήξερε να διηγείται ιστορίες. Απλά δεν ήξερε να βάλει πέντε προτάσεις στη σειρά τζιαι να πει μια ιστορία. 

Τέλοσπαντων,  τζιαμαί στη φυλακή/ στρατόπεδο/ αναρρωτήριο διούν του φαϊ να φάει, αλλά δεν τρώει. Όχι γιατί θέλει να παίξει τον έξυπνο, ούτε γιατί αντιστέκεται, αλλά γιατί δεν το τραβά η όρεξη του και δεν το αντέχει ο οργανισμός του το κανονικό το φαί. Θέλει μόνο κολοκύθα. Ούλλοι διερωτούνται τι παραξενιές εν τούτες ώσπου στο τέλος απλά φρίττουν με το πόσο απλοϊκός ή ασήμαντος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος. Τόσο πολλά φρίττουν που αρκέφκει να τους κόφτει τζιόλας. Δηλαδή ο Μαικλ Κ. τραβά το ενδιαφέρον λόγω του πόσο (ασυνείδητα και μη απαραιτήτως θελημένα) περιθωριακός είναι...Αυτά.
 
Αυτό το βιβλίο εδιάβαζα για να μου φύει ο πόνος. Τζιαι χωρίς να καταλάβω ακριβώς το γιατί, ο Μάικλ Κ. που είναι ένα βιβλίο για την ζωή ενός ασήμαντου ανθρώπου, κατάφερε να κρατήσει την προσοχή μου εκεί και τον πόνο μακριά. Χωρίς το βιβλίο να μου αρέσει κατ' ανάγκη, χωρίς να έχω σχεδόν κανένα συναίσθημα ή και άποψη για τα όσα εδιάβαζα, απλά εσυνέχιζα να διαβάζω και να σκέφτομαι τον Μάικλ Κ. Τι ήταν ο Μάικλ Κ; Τι εσυμβόλιζε ακριβώς ο Μάικλ Κ; Τι έχει να μου/ σου διδάξει ο Μάικλ Κ; Γιατί κάποιος να επιλέξει να γράψει ένα βιβλίο για τον όποιο Μάικλ Κ; 

Είναι αρκετά ασύλληπτο πλάσμα ο Μάικλ Κ. Λέμε στην ψυχολογία ότι το περιβάλλον μετρά, ότι το περιεχόμενο μας διαμορφώνει, ότι είμαστε κατασκευάσματα της κοινωνίας κοκ. Εσκέφτομουν πόσο ο Μάικλ Κ έμεινε μακριά από το 'κοινωνικό πλαίσιο', πως ο χρόνος, τα ιστορικά γεγονότα, οι ζωές των άλλων ανθρώπων δεν τον άγγιξαν καν, δεν σήμαιναν τίποτε για εκείνον. Σκέφτομαι ακόμα το τι θέλει να πει ο Μάικλ Κ τη στιγμή που δεν θέλει να πει τίποτα. Σκέφτομαι τι να σκεφτότανο Κούτζι σαν έπλαθε τον ήρωά του.

Τζιαι είναι μόλις τωρά, γράφοντας τούτο το κείμενο που ήρθε στο μυαλό μου πάλι ο Σατζ που είχε πει αν τον εδιάβασα σωστά ότι ο όρος mental illness να είναι προιόν της ανάγκης του ανθρώπου να εξηγήσει ό,τι δεν μπορεί να καταλάβει. Δεν θα ησύχαζα αν μου έλεγε κάποιος ότι ο Μαικλ Κ, εσυμπεριφέρετουν όπως εσυμπεριφέρετουν γιατί ήταν αυτιστικός ας πούμε; Θα ησύχαζα. Υποθέτω πως όλη η μαγεία του Μάικλ Κ. ήταν πως έμεινε ανέντακτος και ανέγγικτος. Πως δεν κατάφερε να χωρέσει σε καμιά ταμπέλα τζιαι ας εβρεθήκαν στο δρόμο του διάφοροι 'καλοθελητές' (σε ή χωρίς εισαγωγικά) που εθέλησαν να τον...βοηθήσουν, να τον...καταλάβουν, ή απλά να τον...περιεργαστούν.

Όπως λέει (σκέφτεται) και ο ίδιος στο τέλος του βιβλίου:
" ..Τώρα έχουνε στρατόπεδα για τα παιδιά που οι γονείς τους το έσκασαν [...], στρατόπεδα για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να συντηρηθούν, στρατόπεδα για τους ανθρώπους που τους έδιωξαν από την χώρα, στρατόπεδα για τους ανθρώπους που δεν ξέρουν πόσο κάνει δύο και δύο, στρατόπεδα για τους ανθρώπους που ζουν στους υπονόμους, στρατόπεδα για τα κορίτσια του δρόμου, στρατόπεδα για τους ανθρώπους που ζουν στα βουνά και αντινάζουν γεφύρια τις νύχτες. Ίσως τελικά αρκεί και με το παραπάνω να είσαι έξω από αυτά τα στρατόπεδα, έξω απ΄όλα τα στρατόπεδα ταυτόχρονα. Ίσως από μόνο του αυτό είναι για την ώρα μεγάλος άθλος. Πόσοι ανθρώποι έχουν μείνει που να μην είναι κλεισμένοι πίσω από τα σύρματα ή που να μην φυλάνε σκοπιά στην πύλη; Εγώ την γλίτωσα από τα στρατόπεδα, ίσως αν κάνω τον ψόφιο να την γλιτώσω και από την φιλανθρωπία. "

Saturday 18 September 2010

Μια κάποια λύση

Βλέπω τις φωτογραφίες που ανάρτησαν κάποια άτομα από το τελευταίο Summer school στο οποίο επήα αυτό το καλοκαίρι, το Summer school στην Αίγινα. Δεν έχει σημασία τι σχολή ήταν, σημασία είχε ότι λάμβανε χώρα στην Αίγινα. Και λέγοντας το αυτό είμαι σίγουρη πως δεν είμαι η μόνη που πάτησα το κουμπί 'How to apply' πριν καν δω τι περιείχε το Summer School. Μπορεί άλλη φορά να παραλείψω να είμαι τόσο παρορμητική όμως. Κι αυτό μόνο αν θέλω να τελειώσω με τούν'το πτυχίο. Φυσικά τον Φεβράρη στην Αγγλία, όταν σου έρχεται μια προσφορά που περιέχει ήλιο δεν την απορρίπτεις κι εύκολα. Όπως την προσφορά που πήρα σήμερα για να περάσω ένα τετράμηνο στην Αυστραλία. Έβλεπα έξω τον ουρανό γκρίζο και το κουμπί 'How to apply' ήταν πειρασμός. Εννοείται ότι το επάτησα. Ναι... Έτσι την παθαίνω. Κάποιοι έχουν περισσότερες αντιστάσεις- αυτοί είναι που προκόβουν εξάλλου.

Όπως και να' χει πίσω στις φωτογραφίες και στην Αίγινα ή στην Ελλάδα καλύτερα. Έχω την Αίγινα στο μυαλό μου και βλέπω και τις φωτογραφίες. Μ΄αρέσουν οι φωτογραφίες. Μπορώ να κάτσω να βλέπω με τις ώρες φωτογραφίες, φωτογραφίες από τόπους, ανθρώπους, πράγματα, ή και πιο ακαθόριστες, αφηρημένες, θαμπές,πολύ φωτεινές, απρόσεχτες ή βιαστικά παρμένες, ή μελετημένες σε σημείο που λες 'εντάξει, το έψαξες φίλε'. Εντάξει υποθέτω δεν μπορώ έτσι με ευκολία να βλέπω τα πάντα. Το ίδιο και με τα έργα τέχνης. Δηλαδή όσο και να το προσπαθήσω δεν μπορώ να βλέπω τους πίνακες που απεικονίζουν τους δούκες, τις δούκισσες, και όλους τους αξιωματούχους τελοσπάντων του βασιλείου. Έτσι στεκάμενους κορτωτούς με το στήθος έξω όλο περηφάνεια. Περηφάνια. Σπάνια την γράφω σωστά τούτη την λέξη. Το προσπάθησα να τους συμπαθήσω τους τυπάδες τούτους αλλά τίποτε. Nichts.

Οι φωτογραφίες που βλέπω τώρα έχουν συγκεκριμένη θεματολογία. Έχουμε θάλασσα, έχουμε εκκλησιές και ξωκλήσια, (360 στον αριθμό στην Αίγινα- 360 εκκλησιές και ξωκλήσια!), έχουμε το ηλιoβασίλεμα να είναι top hit, έχουμε φυστικόδεντρα (στην Κύπρο τα λέμε χαλεπιανά τα φυστίκια -Αιγίνης- δεν είχα ιδέα)και υποθέτω έχουμε και τα αρχαία (που τα λένε και ruins). Μέναμε κοντά και στο έργο του Καπράλου, το γλυπτό της μάνας (γυναίκας της Πίνδου) που έχει γυρισμένη την πλάτη στη θάλασσα. Το έβλεπα κάθε μέρα το γλυπτό αυτό, το βρήκα εντυπωσιακό.

Το γλυπτό το σχολιάζαμε με την συγκάτοικό μου, Φιλλανδέζα στην καταγωγή, 50άρα, άφησε τη γλωσσολογία να πιάσει την ψυχολογία, μένει στην Ιταλία, στο Μιλάνο και έχει επαγγελματική φωτογραφική μηχανή. Ήταν πόμπα συγκατοίκηση. Πρωινή κι αυτή, πρωινή κι εγώ. Ένα καλημέρα ελέαμε και τραπηδούσαμε από το κρεβάτι. Αυτή έπαιρνε την φωτογραφική της, εγώ το μαγιό μου. Μετά βρεθόμασταν στο πρόγευμα. Μου έδειχνε τις φωτογραφίες της. Της άρεσε πολύ η μάνα, το γλυπτό. Της άρεσαν και τα κύμματα. Το είδε πολύ συμβολικά το θέμα. Η μάνα είναι η Ελλάδα, λέει. Τα κύμματα οι φουρτούνες, οι δυσκολίες, το παρόν της Ελλάδας..
- Γιατί εχει γυρισμένη την πλάτη στη θάλασσα, με ρωτά παραπονεμένα.
- Εγώ έπιασα τις αναλύσεις μου για τη σχέση αγάπης και μίσους που έχουν οι Έλληνες με την θάλασσα. Το μόνο πρόβλημα στην περισπούδαστη ανάλυση μου ήταν πως η μάνα, ήταν η μάνα της Πίνδου. Τι γυρεύει αυτή στη θάλασσα και τι έχει να χωρίσει μαζί της;
- Γιατί γέρνει τους ώμους, με ρωτά. Γιατί παραιτείται; Είναι η Ελλάδα που παραιτείται;
- Δεν ξέρω. Δεν ξέρω. Ξέρεις, δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα πιάνει πάτο, λέω. Είδες το πρόσωπο όμως της μάνας;
- Ναι, έχω κοντινά πλάνα. Για δες.
( Το πρόσωπο της μάνας, είναι τραχύ και έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα έκφραση κυρίως λόγω του σχήματος που παίρνουν τα χείλη και τα φρύδια. Το σώμα της φωνάζει πως γέρνει πως θρηνεί, αλλά η έκφραση στο πρόσωπο είναι πολύ πιο αινιγματική.
- Λες να τα καταφέρει η Ελλάδα με ρωτά.
- Μίλησες με τους ντόπιους; της λέω.
- Ναι. Και μου είπαν κάτι που με ανησύχησε. Πως ο κόσμο έχει χάσει πια την περηφάνεια τους (να το 'ει' πάλι να μου βγαίνει αυθόρμητα - δεν έχω και ορθογράφο να μου το υποδεικνύει...). Πως είναι έτοιμοι να δοθούν σε κάθε λύση που θα τους βγάζει από τα αδιέξοδά τους. Ας είναι και ξεπούλημα. Δεν υπάρχει πλεόν το κριτήριο για ηθική λύση. It's a fight over scarce resources from now on. And you know the rules that govern this.
- Ναι. Όμως είδες το πρόσωπο της μάνας; Άλλη εγώ. Ατού.
- Εγώ είμαι σίγουρη ότι θα τα καταφέρουν μου λέει. Εγώ πιστεύω στην Ελλάδα.

Ξέρω'γω... Πηγαίνοντας μετά από την Αίγινα στην Αθήνα και βλέποντας την πραγματική μιζέρια, δεν ήξερα αν με παρηγορούσε πια το πρόσωπο της μάνας. Ίσως η Ελλάδα γι ακόμη μια φορά να περιμένει τους έξω που πιστεύουν σε αυτή να ρθούν να την σηκώσουν. Των έξω τα κίνητρα είναι πάντα αμφισβητήσιμα. Αν και η εθνική των ελλήνων ματαιοδοξία πάντα δημιουργεί φιλέλληνες ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχουν. Είναι η ίδια ματαιοδοξία ίσως που συνάπτει συνεργασίες με την Goldman Sachs. Αλλά ναι, η Ελλάδα φαίνεται να περιμένει τους έξω κι ας τους κράζει. Γιατί στες ώρες τούτε το ζητούμενο εν η γνώστη, η πολύ γνωστή ΄μια κάποια λύση'.